υποδεκάμετρο

υποδεκάμετρο
το, Ν
1. μικρός κανόνας, χάρακας κατασκευασμένος παλαιότερα από ξύλο ή μέταλλο και σήμερα από πλαστικό υλικό, ο οποίος έχει μήκος ένα δέκατο τού μέτρου και υποδιαιρείται με χαραγές και στις δύο πλευρές του σε 10 εκατοστόμετρα και 100 χιλιοστόμετρα
2. το ένα δέκατο τού μέτρου, δέκα εκατοστόμετρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + δεκάμετρο. Η λ. μαρτυρείται από το 1809 στο Λεξικόν Γαλλικής Γλώσσης τού Γρ. Ζαλίκογλου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • υποδεκάμετρο — το 1. το ένα δέκατο του μέτρου, δεκατόμετρο, παλάμη, δέκα πόντοι. 2. μικρή ρίγα μήκους δέκα εκατοστών του μ. ή και μεγαλύτερη, υποδιαιρεμένη σε δέκα εκατοστόμετρα και εκατό χιλιοστόμετρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δεκατόμετρο — Μονάδα που ισοδυναμεί με ένα δέκατο του μέτρου (σύμβ. dm). Το τετραγωνικό δ. είναι μέτρο επιφάνειας, ισοδύναμο με τετράγωνο που έχει πλευρά ενός δ. (συμβ. dm2). Το κυβικό δ. είναι μονάδα μέτρησης όγκου, ισοδύναμη με κύβο ακμής ενός δ. (συμβ. dm3) …   Dictionary of Greek

  • μέτρο — Υπόγειος ηλεκτρικός σιδηρόδρομος, που έχει ως βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τη μεγάλη ταχύτητα μεταφοράς, την πυκνότητα των σταθμών ανάμεσα στην αφετηρία και στο τέρμα (500 1000μ.) καθώς και την αξιοπιστία ως μέσο μεταφοράς. Οι σιδηροδρομικές… …   Dictionary of Greek

  • υπ(ο)- — και υφ / ὑπ(ο) και ὑφ , ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση υπό* και εμφανίζει τις ακόλουθες σημασίες: 1) κάτω από κάτι, με καθαρά τοπική σημασία (πρβλ. ύπαιθρος, υποβρύχιος, υπογράφω,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”